Ετοιμάζομαι και πάλι για θερινές διακοπές στην Ελλάδα. Τέταρτη χρονιά στην σειρά. Κατά κανόνα δε μου αρέσουν τα ταξίδια που δεν προσφέρουν κάτι καινούριο να δω ή να μάθω και έτσι κάθε χρόνο πηγαίνουμε σε διαφορετικό μέρος. Μετά από τους Νέους Πόρους, το Πολύχρονο και τα Νέα Βρασνά, ήρθε η σειρά της Λεπτοκαρυάς.
Δε μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατό το κατάλυμα για τετραμελή οικογένεια να κοστίζει από 100 εώς 130 ευρώ για μια ολόκληρη βδομάδα. Εντάξει, δύο ενήλικες και δύο πολύ μικρά παιδιά, αλλά και πάλι είναι πολύ φτηνά, ακόμη και αν λάβουμε υπόψη ότι οι αρχές Ιουνίου θεωρούνται εκτός σεζόν και ότι τα ίδια δωμάτια κοστίζουν τα διπλά ή και τα τριπλά χρήματα την περίοδο Ιουλίου – Αυγούστου.
Να μην ξεχάσουμε όμως αυτό που λένε συχνά για τους Έλληνες, ότι είναι δηλαδή πολύ καλοί έμποροι. Επειδή όμως κάθε στερεότυπο αποτελεί εξ ορισμού και λάθος θέση, αλλά παρόλα αυτά η ακρίβειά του επιβεβαιώνεται πολύ συχνά, έτσι και για το ζήτημα αυτό δεν πρέπει να αμφιβάλουμε ότι οι Έλληνες βρήκαν τρόπο απ΄όλα αυτά να έχουν κέρδος.
Εώς το 2010 δεν είχα πάει καθόλου στην Ελλάδα. Δε μπορούσα να αντέξω εκείνο το ευρωπαϊκό φράγμα της βίζας και ούτε που το σκεφτόμουν να περάσω όλη εκείνη τη πολύπλοκη διαδικασία και να εκτεθώ σε πιθανή υποτιμητική συμπεριφορά, μόνο και μόνο για ένα ταξίδι. Να παρακαλάω για να μου επιτρέψουν κάπου να ξοδέψω τα λεφτά μου; Αυτό με τίποτα.
Όταν κάποιος δεν επισκέφτηκε το γείτονα που δίπλα του ζει τριανταριά χρόνια, πολλά μπορεί να σκεφτεί γι΄αυτόν. Παράδειγμα, ότι οι ελληνικοί τουριστικοί προορισμοί συνήθως έχουν λευκά σπιτάκια με λευκές ή γαλάζιες σκεπές, παρόμοια εκκλησάκια και στενά δρομάκια στρωμένα με πέτρες και όλα αυτά αραδιασμένα με ωραίο τρόπο, όπως στη χώρα των Lego. Και όλο αυτό δεν το πίστευα μόνο εγώ. Πολύ συχνά, όταν συζητούσα με ανθρώπους που ζουν μακριά από τα μέρη μας, ανέφερα ότι τώρα τακτικά περνάω τις θερινές μου διακοπές στην Ελλάδα και εκείνοι με ρωτούσαν για τα υπέροχα λευκά σπιτάκια, το ένα κολλημένο στο άλλο, πάνω σε κάποιο λόφο. Φυσικά, λόγος γινόταν για το νησί της Σαντορίνης. Είναι απίστευτο, πώς αυτό το μικρό μέρος, σχεδόν απομονωμένο στα νότια του Αιγαίου Πέλαγους, έγινε στερεότυπη εικόνα διακοπών για ολόκληρη την Ελλάδα. Ίσως και να μην πρόκειται και για τόσο μεγάλη έκπληξη, εάν λάβουμε υπόψη μας ότι αποτελεί το αστέρι όλων των τουριστικών προβολών και προσφορών. Όπως για παράδειγμα, όλοι οι ξένοι τουρίστες στη Δημοκρατία της Μακεδονίας θα περίμεναν παντού να συναντούν μεσαιωνικές εκκλησίες, χτισμένες πάνω σε βράχια που υψώνονται πάνω από λίμνες. Μία όμως είναι η Οχρίδα, ένας είναι ο Άγιος Ιωάννης του Κάνεο. Όπως μία είναι και η Σαντορίνη (εντάξει, δεν είναι μία, αλλά περισσότερα μικρά ηφαιστειακά νησάκια, το ίδιο κάνει). Στην ουσία, γνωρίζουμε ότι και η Μύκονος είναι σχεδόν ίδια, όπως και τμήματα της Κρήτης και άλλα μέρη, αλλά ο αριθμός τους δεν είναι καθόλου αρκετός για να αποτελούν τυπική ελληνική τοποθεσία διακοπών, αλλά μόνο ένα σπάνιο δείγμα.
Μέχρι και στα Σκόπια μερικές φορές τα τουριστικά πρακτορεία βάζουν αφίσσες με φωτογραφία από την Σαντορίνη και κάτω της επιγραφή που λέει „Νέα τουριστικά πακέτα για την Ελλάδα“. Η Σαντορίνη όχι μόνο δεν υπάρχει στις προσφορές, αλλά είναι και άνω των δυνατοτήτων του μέσου Μακεδόνα πολίτη. Για το λόγο αυτό είναι ενδιαφέρον όταν η πρώτη επαφή με την Ελλάδα θα σας είναι μια εντελώς αντίθετη εικόνα απ΄αυτή της Σαντορίνης – οι Νέοι Πόροι.
Ιδιαίτερα όταν αντί πέτρινα σοκάκια θα συναντήσετε δρόμους φαρδιούς σαν τις λεοφώρους της Νέας Υόρκης. Και ακόμη μεγαλύτερους! Απίστευτα πράγματα για ένα παραθαλάσσιο χωριό. Δηλαδή αυτά είναι τα υψηλά ευρωπαϊκά πρότυπα – λέτε στον εαυτό σας. Εώς πρόσφατα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και μαζί της η Ελλάδα, για πολλούς πολίτες της Δημοκρατίας της Μακεδονίας θεωρούταν ως μέρος όπου όλα βρίσκονται στην σειρά και έχουν σχεδιαστεί τέλεια. Οι Νέοι Πόροι όμως δεν αποτελούν αντανάκλαση των ελληνικών πολεοδομικών προτύπων, αλλά αυτών του αμερικανικού στρατού. Σύμφωνα με τοπικές αφηγήσεις, το μέρος εκείνο ήταν, μέχρι πριν τέσσερις-πέντε δεκαετίες, στρατιωτική βάση και έπειτα οι Αμερικάνοι το εγκατέλειψαν και άφησαν όλο το οδικό δίκτυο στη διάθεση των γύρω κατοίκων. Ήρθαν οι κάτοικοι της γύρω περιοχής, έχτισαν σπίτια και άρχισαν να φέρνουν τουρίστες. Γι΄αυτό στην ευρωπαϊκή Ελλάδα δεν υπάρχει άλλο μέρος χτισμένο τόσο σχεδιασμένα όπως οι Νέοι Πόροι. Ούτε και η ίδια η Θεσσαλονίκη.
Το Πολύχρονο μοιάζει περισσότερο με την „πραγματική Ελλάδα“, μέρος μικρό, πάνω σε λοφάκια, με μικρά δρομάκια. Δεν είδαμε όμως ούτε ένα γαϊδουράκι – σύμβολο της εξωτικής αγροτικής κουλτούρας αυτής της χώρας, με τις εικόνες και φιγούρες του οποίου είναι γεμάτα τα μαγαζιά αναμνηστικών αντικειμένων. Για ποιό λόγο τότε ο αγρότης που ερχόταν δίπλα στην παραλία πουλούσε φρούτα και λαχανικά από την καρότσα του τεράστιου ακριβού του αυτοκινήτου με κίνηση στους τέσσερις τροχούς; Πού βρίσκονταν τα γαϊδουράκια; Μάλλον δε βρίσκονται παντού.
Αυτές ήταν οι ελληνικές εικόνες που θεωρούνταν τυπικές και που τελικά δεν ήταν. Τί γίνεται όμως μ΄αυτό – με τις παραθαλάσσιες βίλες στην Ελλάδα που συνήθως τις διαχειρίζονται ιδιοκτήτριες, μεσόκοπες γυναίκες με λιγάκι περισσότερα κιλά, που έχουν αρκετό μακιγιάζ στο πρόσωπό τους, που δύσκολα συνενοούνται με τους επισκέπτες τους αν και τους μιλούν στα ελληνικά με δυνατή φωνή και συχνά ονομάζονται Μαρία. Η όλη περιγραφή είναι ίσως αρκετά αστεία, αλλά λιγάκι απ΄αυτό ή απ΄εκείνο έχουμε όλοι μας συναντήσει όπου και αν χτυπήσαμε πόρτα. Αυτό θεωρείται κληρονομιά από τον παραδοσιακό ρόλο της γυναίκας ως κολώνα του σπιτιού, η οποία το φροντίζει και μ΄αυτό και για τους επισκέπτες στα 10, 20 ή και 30 δωμάτια του.
Τί είδους επισκέπτες είμαστε εμείς που καταφτάνουμε από τη Δημοκρατία της Μακεδονίας; Είμαστε στ΄αλήθεια ο χειρότερος τύπος τουριστών που χρησιμοποιεί μόνο τη θάλασσα και τις παραλίες ενώ όλα τ΄άλλα τα φέρνει μαζί του. Πραγματικά, δε μπορεί κάθε οικογένεια να επιτρέψει στον εαυτό της τρία γεύματα την ημέρα στις ταβέρνες. Υπάρχουν όμως και φτηνές λύσεις. Και όλα αυτά που τα κουβαλάμε μαζί μας δε μας τα έδωσαν χωρίς χρήματα. Για ποιό λόγο τότε πακετάραμε φαγητά και για τις εφτά ημέρες. Η απάντηση στην ερώτηση για ποιό λόγο η ακρίβεια αυτού του στερεότυπου επιβεβαιώνεται τόσο συχνά, είναι πολύ απλή. Μικρά παιδιά. Οι οικογένειες με μικρά παιδιά βρίσκονται μεταξύ των συχνότερων επισκεπτών μας στην Ελλάδα, λόγω της κοντινής απόστασης. Τα παιδιά δε θέλουν να κάθονται στα εστιατόρια, δεν έχουν την υπομονή να περιμένουν στην ουρά για γύρο, ούτε να ψωνίζουν στα σούπερ μάρκετ. Όσο καλύτερες προετοιμασίες γίνουν νωρίτερα, τόσο ευκολότερα θα περάσουν στις διακοπές τους. Τα παιδιά όμως μεγαλώνουν, θα πουν οι οικοδεσπότες, ενώ εσείς δεν αλλάζετε. Απλά, όλα αυτά μας έγιναν πλέον συνήθεια.
Δεν είμαστε όμως και τόσο τσιγκούνηδες, κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται από το παρακάτω χαρακτηριστικό μας. Έτσι όπως πριν την αναχώρηση κουβαλάμε τα πάντα από εδώ προς την Ελλάδα, έτσι και πριν την επιστροφή, αγοράζουμε πολλά και διάφορα από εκεί για να τα φέρουμε στο σπίτι μας. Εάν ρωτήσετε κάποιον από τη Δημοκρατία της Μακεδονίας τί του έρχεται πρώτα στο μυαλό όταν ακούσει τη λέξη Ελλάδα, σπάνια θα απαντήσει η Ακρόπολη. Συχνότερα η απάντηση θα είναι „Lidl“, “Κόσμος“, „Τζάμπο“ και „ΙΚΕΑ“.
Με λίγα λόγια, η Ελλάδα πάντοτε καταφέρνει να εκπλήσει. Όποια και να είναι η εικόνα σας γι΄αυτή, πάντοτε μπορεί να σας την αλλάξει. Και αυτό σίγουρα θα σας αρέσει.
Goce Trpkovski
* Η Ελλάδα δεν αποδέχεται και δεν αναγνωρίζει σε οποιαδήποτε μορφή ή περιεχόμενο, κάποια άλλη ονομασία εκτός «της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας». Όλες οι αναφορές, άμεσες ή έμμεσες στη χώρα αυτή που χρησιμοποιούνται σε αυτό το άρθρο είναι ευθύνη του συντάκτη του.